O Eνρίκε
Βίλα-Μάτας μετακομίζει στο περιβόητο Παρίσι με μοναδικό σκοπό να γράψει. Με την
κινητή γιορτή του Χέμινγουεϊ υπό μάλης αυτοεξορίζεται και αναζητά να βρει αυτό
που όλοι βρίσκουν εκεί, αναζητά τον τρόπο να ιδρώνει μελάνι ακατάπαυστα όπως τόσοι και τόσοι μεγάλοι συγγραφείς που
πέρασαν από εκεί, από το Παρίσι που ποτέ δεν τελειώνει.
Νοικιάζει την σοφίτα της Ντυράς κατατάσσεται στους καταστασιακούς αποκτά και γραφείο, τώρα ναι μάλιστα είναι έτοιμος να γράψει. Τι να γράψει όμως δεν έχει ιδέα. Η Ντυράς του δίνει ένα χαρτάκι με 13 οδηγίες που κουβαλάει πάντα στην κωλότσεπη του, 13 οδηγίες που προσπάθησε να αποκωδικοποιήσει, οδηγίες που θα τον μετέτρεπαν σε τρανό συγγραφέα. Άσ' τα, χέσ' τα.
Σουλατσάροντας στα μαύρα, με γυαλιά ψεύτικα και πίπα α λα Σαρτρ, κουβαλώντας και κάποιο καταραμένο ποιητή, έμπαινε στο ρόλο του πιο πολύ, στο ρόλο του συγγραφέα εκείνου που τριγυρίζει παρατηρώντας έχοντας και ένα μπλοκάκι από κοντά για δήθεν σημειώσεις. Πόσο γούσταρε την προσποίηση αυτή. Ο ρόλος του τελείωνε με το που καθόταν στην γραφομηχανή, τότε μόνο κοπιάροντας και ράβε ξήλωνε έγραφε και καμιά παράγραφο για την Πολυμαθή δολοφόνο(πρώτο του βιβλίο 1977). Αυτή ήταν όπως λέει και ο ίδιος η πρώτη του νεκρώσιμη λογοτεχνική εμφάνιση.
Στάζοντας θλίψη, ζούσε σε μια μόνιμη απελπισία. Έτσι φανταζόταν ότι πρέπει να ζει ένας συγγραφέας σαν και του λόγου του.
Γνωρίζει διάφορους αρτίστες, αρχίζει την λογοτεχνική του εκπαίδευση. Αρχίζει και διαβάζει , ανακαλύπτει τον Μπόρχες, προσπαθεί να καλύψει το κενό. Πρέπει να γράψει. Όλη του η μοναξιά, η απελπισία, οι διάφορες συζητήσεις, συναντήσεις με μποέμ κινηματογραφιστές, ηθοποιούς, ποιητές, δεν του απέφεραν τίποτα, τίποτα που να τον κάνουν να γράψει.
Βρισκόταν στο κέντρο του κόσμου κι έπληττε.
Το Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ ένας συνδυασμός αυτοβιογραφίας και μυθοπλασίας απολαυστικότατος. Ο Μάτας απομυθοποιεί, ειρωνεύεται, παίζει με τις λέξεις.
Τα ονόματα που παρελαύνουν εδώ μέσα είναι πολλά, η ανάγκη για σημειώσεις απαραίτητες. Μαλαρμέ, Περέκ, Λωτρεαμόν, Ναμπόκοφ, Ντεμπόρ, Θερνούδα, Γκιγιέν, Μαν, Μίλερ, Θορώ και πάρα πολλοί ακόμη που σε κάνουν να θέλεις να διαβάσεις και να διαβάσεις μπας και καλύψεις αυτό το ρημαδιασμένο το κενό.
Εγώ πάντως επέλεξα τον Περέκ για αρχή.
Νοικιάζει την σοφίτα της Ντυράς κατατάσσεται στους καταστασιακούς αποκτά και γραφείο, τώρα ναι μάλιστα είναι έτοιμος να γράψει. Τι να γράψει όμως δεν έχει ιδέα. Η Ντυράς του δίνει ένα χαρτάκι με 13 οδηγίες που κουβαλάει πάντα στην κωλότσεπη του, 13 οδηγίες που προσπάθησε να αποκωδικοποιήσει, οδηγίες που θα τον μετέτρεπαν σε τρανό συγγραφέα. Άσ' τα, χέσ' τα.
Σουλατσάροντας στα μαύρα, με γυαλιά ψεύτικα και πίπα α λα Σαρτρ, κουβαλώντας και κάποιο καταραμένο ποιητή, έμπαινε στο ρόλο του πιο πολύ, στο ρόλο του συγγραφέα εκείνου που τριγυρίζει παρατηρώντας έχοντας και ένα μπλοκάκι από κοντά για δήθεν σημειώσεις. Πόσο γούσταρε την προσποίηση αυτή. Ο ρόλος του τελείωνε με το που καθόταν στην γραφομηχανή, τότε μόνο κοπιάροντας και ράβε ξήλωνε έγραφε και καμιά παράγραφο για την Πολυμαθή δολοφόνο(πρώτο του βιβλίο 1977). Αυτή ήταν όπως λέει και ο ίδιος η πρώτη του νεκρώσιμη λογοτεχνική εμφάνιση.
Στάζοντας θλίψη, ζούσε σε μια μόνιμη απελπισία. Έτσι φανταζόταν ότι πρέπει να ζει ένας συγγραφέας σαν και του λόγου του.
Γνωρίζει διάφορους αρτίστες, αρχίζει την λογοτεχνική του εκπαίδευση. Αρχίζει και διαβάζει , ανακαλύπτει τον Μπόρχες, προσπαθεί να καλύψει το κενό. Πρέπει να γράψει. Όλη του η μοναξιά, η απελπισία, οι διάφορες συζητήσεις, συναντήσεις με μποέμ κινηματογραφιστές, ηθοποιούς, ποιητές, δεν του απέφεραν τίποτα, τίποτα που να τον κάνουν να γράψει.
Βρισκόταν στο κέντρο του κόσμου κι έπληττε.
Το Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ ένας συνδυασμός αυτοβιογραφίας και μυθοπλασίας απολαυστικότατος. Ο Μάτας απομυθοποιεί, ειρωνεύεται, παίζει με τις λέξεις.
Τα ονόματα που παρελαύνουν εδώ μέσα είναι πολλά, η ανάγκη για σημειώσεις απαραίτητες. Μαλαρμέ, Περέκ, Λωτρεαμόν, Ναμπόκοφ, Ντεμπόρ, Θερνούδα, Γκιγιέν, Μαν, Μίλερ, Θορώ και πάρα πολλοί ακόμη που σε κάνουν να θέλεις να διαβάσεις και να διαβάσεις μπας και καλύψεις αυτό το ρημαδιασμένο το κενό.
Εγώ πάντως επέλεξα τον Περέκ για αρχή.
Μετάφραση Ναννά Παπανικολάου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου